Αντιρατσιστική εκπαίδευση

Είναι πολύ σημαντικό ο διδάσκων να γνωρίζει τις υποκείμενες παιδαγωγικές προσεγγίσεις, προκειμένου να επεξεργαστεί θέματα αντιρατσιστικής εκπαίδευσης στη σχολική τάξη. Έτσι, θα πρέπει να οριοθετηθούν οι αντιρατσιστικές, διαπολιτισμικές, καθώς και πολυπολιτισμικές προσεγγίσεις.

Οι απαρχές του αντιρατσιστικού κινήματος

Αντιρατσιστικά εκπαιδευτικά προγράμματα αναπτύχθηκαν και τέθηκαν σε εφαρμογή για πρώτη φορά στο Ηνωμένο Βασίλειο. Κεντρική ιδέα ήταν η αντιμετώπιση του ρατσισμού στους κοινωνικούς θεσμούς, στους οποίους οι μετανάστες πολίτες βίωναν καθημερινά τον ρατσισμό. Μάλιστα, οι ρατσιστικές διακρίσεις απευθύνονταν ιδιαίτερα στις εθνικές μειονότητες, τα μέλη των οποίων κατείχαν πλήρη δικαιώματα του πολίτη. Στο πλαίσιο αυτό, στις αρχές της δεκαετίας του 1980 τα θύματα ανέπτυξαν μια συγκεκριμένη στρατηγική δράση και αναζήτησαν δυνατότητες παρέμβασης.

Στη Γερμανία η αντιρατσιστική εκπαίδευση ακολούθησε διαφορετικές προσεγγίσεις. Εκεί, κατά τη δεκαετία του 1980, διαπράχθηκαν επιθέσεις και αποτρόπαιες πράξεις βίας κατά μεταναστών και αιτούντων άσυλο από πολλούς νέους που εντάχθηκαν σε δεξιές, εξτρεμιστικές ομάδες. Ως εκ τούτου, στην προκειμένη περίπτωση η προσοχή και η έρευνα επικεντρώθηκαν στις στρατηγικές λύσεις για την αντιμετώπιση του ακροδεξιού εξτρεμισμού. Η πρωτοβουλία αυτή υποστηρίχθηκε, κυρίως, από την εκπαιδευτική κοινότητα και τα μέλη της πλειοψηφούσας κοινωνίας. Σε αντίθεση με το Ηνωμένο Βασίλειο, οι δράσεις προσανατολίστηκαν κυρίως προς τον τομέα ενημέρωσης των νέων και εστίασαν στον καθημερινό ρατσισμό. Το ζήτημα του δομικού ρατσισμού στους κοινωνικούς θεσμούς δεν διαδραμάτισε ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο, επειδή ο ρατσισμός θεωρήθηκε ως ένα φαινόμενο που δεν λαμβάνει χώρα στο επίκεντρο της κοινωνίας, αλλά στο περιθώριο αυτής.

Αντιρατσιστικά εκπαιδευτικά προγράμματα

Η αρχική αγγλική πρωτοβουλία της «αντιρατσιστικής διδασκαλίας», «antiracist teaching» (ART) θεωρήθηκε ως «μαύρη απάντηση» στα πολυπολιτισμικά εκπαιδευτικά προγράμματα της κυβέρνησης. Οι συμμετέχοντες επεδίωκαν διαφορετικές προσεγγίσεις, σχετικά με την ανάπτυξη των προγραμμάτων, με τις διαφορετικές, ρατσιστικές συγκρούσεις και διακρίσεις, από αυτές που αποσκοπούσε το κράτος με τα πολυπολιτισμικά εκπαιδευτικά προγράμματα.

Κατερίνα Συμφέρη
Εκπαιδευτικός & Προπτυχιακή Ιταλικής Φιλολογίας ΑΠΘ




Μπήκα στο σπίτι του Γιάννη Ρίτσου

Λίγα σχετικά χιλιόμετρα μακριά από το κέντρο της Αθήνας, βρίσκεται ένας μικρός παράδεισος!
Η Μονεμβασιά ιδρύθηκε τον 6ο αιώνα, από την μετεγκατάσταση σε αυτή των κατοίκων της Αρχαίας Σπάρτης, η οποία τότε ήταν γνωστή ως Λακεδαίμονα.Το όνομα Μονεμβάσια, Μονεμβασία ή Μονεμβασιά οφείλεται στο γεγονός ότι ο μόνος τρόπος για να την επισκεφτεί κανείς είναι μέσα από το βράχο, που είναι η μοναδική είσοδος, η ”μόνη έμβαση”.και οι Φράγκοι την αποκαλούσαν Μαλβαζία. Με το ίδιο όνομα βάφτισαν και μια τοπική ποικιλία κρασιού που παραγόταν στην ανατολική Λακωνία από τον 12ο αιώνα μ.Χ. και για τρεις περίπου αιώνες. Αυτό το κρασί συγκεντρωνόταν στη Μονεμβασιά και ξεκίναγε το μεγάλο ταξίδι προς τη δύση με το λατινογενές όνομα Malvasia. …

Με ιστορία που ξεκινάει από τη νεολιθική περίοδο, η περιοχή της σημερινής Μονεμβάσιας συνδέεται με το λαμπρό Μινωικό πολιτισμό και αναφέρεται από τον Παυσανία ως “Μινώα Άκρα”.Ένας τρομακτικός σεισμός μετέτρεψε τη Μινώα Άκρα σε νησί και η περιοχή πήρε τη σημερινής της μορφή. Η πόλη της Μονεμβάσιας κτίστηκε όταν οι Άβαροι κατήλθαν στην Πελοπόννησο και οι κάτοικοι κατέφυγαν στο βράχο, η δυσπρόσιτη θέση του οποίου τους παρείχε τη δυνατότητα να οχυρωθούν και στο σημείο εκείνο ,έχτισαν την πόλη που ονόμασαν Μονεμβασια.
Άλλοι προσδιορίζουν την περίοδο κατοίκησης της Μονεμβάσιας νωρίτερα με την εισβολή των Βησιγότθων και την κυρίευση της Σπάρτης από τον Αλάριχο.Η ολοκλήρωση και τελειοποίηση των οχυρωματικών έργων κατέστησε το φρούριο δυσπόρθητο. Αμφιθεατρικά χτισμένη και περιτειχισμένη από τα τείχη του κάστρου της, έγινε στόχος επίδοξων κατακτητών.
Όταν οι σταυροφόροι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη, καταλύοντας το βυζαντινό κράτος, η Μονεμβάσια παρέμεινε το ελεύθερο προπύργιο της Πελοποννήσου για πάνω από 40 χρόνια. Τελικά, έπειτα από πολιορκία τριών ολόκληρων χρόνων, η Μονεμβάσια περιήλθε στην κατοχή των Φράγκων. Στη συνέχεια, ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος, αναστηλωτής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας αντάλλαξε τον αιχμάλωτο Γουλιέλμο Βιλλεαρδουίνο με τα κάστρα του Μυστρά,της Μάνης και της Μονεμβάσιας κι έκτοτε η Μονεμβάσια αποτέλεσε σημαντική στρατιωτική και ναυτική βάση του Βυζαντίου.Το 1464 τέθηκε υπό την εξουσία των Ενετών οι οποίοι διαρρύθμισαν τα τείχη της Κάτω Πόλης και κατασκεύασαν τη Γέφυρα που ένωσε το νησί της Μονεμβάσιας με την ξηρά. Το 1540 η Μονεμβάσια περνάει στην κατοχή των Τούρκων. Στις 21 Ιουλίου 1821 η Μονεμβάσια παραδόθηκε στους Έλληνες και αποτελεί την πρώτη οχυρωμένη πόλη που απελευθερώθηκε.
Η βυζαντινή καστροπολιτεία της Μονεμβασιάς, το «πέτρινο καράβι» του Ρίτσου, στέκει καρτερικά στο νοτιοανατολικό άκρο της Λακωνικής γης. Κάστρα και τείχη, παλιά αρχοντικά, στενά λιθόστρωτα δρομάκια, εκκλησίες, παλιές χαμηλές καμάρες, αψίδες, οικόσημα, μαρμάρινοι αυτοκρατορικοί θρόνοι, βυζαντινές εικόνες δίνουν την εντύπωση μιας πόλης φανταστικής, που δεν την άγγιξε το πέρασμα του χρόνου.Ένα μικρό νησί που ενώνεται με την ενδοχώρα από μια στενή λωρίδα γης, μια γέφυρα που συνυπάρχει με το θαλασσινό στοιχείο.

Μπαίνοντας στο βράχο από τη μοναδική είσοδο ,«μόνη έμβαση» απ’ όπου και το όνομα της πόλης Μονεμβασιά αρχίζει το ταξίδι στο παρελθόν, από τον 6ο αιώνα που κατοικήθηκε μέχρι και σήμερα.Μπαίνοντας στην πόλη αριστερά βρίσκεται το σπίτι του Μονεμβασίτη ποιητή της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσου. Στη συνέχεια, ο κεντρικός δρόμος με το βυζαντινό καλντερίμι, ο δρόμος της αγορά που οδηγεί στη Κεντρική Πλατεία με το παλαιό κανόνι και την Εκκλησία του Ελκομένου Χριστού. Απέναντι το ιστορικό διατηρητέο κτίριο του 16ου αιώνα (τζαμί) όπου στεγάζεται η Αρχαιολογική Συλλογή Μονεμβασίας. Από εδώ διακλαδίζονται οι δρόμοι προς όλες τις γωνίες του Κάστρου.Μετά από μία ανηφορική διαδρομή 15 λεπτών, ο επισκέπτης φτάνει στην επάνω πόλη,«Γούλα» όπως λέγεται, αλλά η θέα σίγουρα τον ξεκουράζει. Στα πόδια του η κάτω πόλη, τα τείχη και η θάλασσα, να παίζει το αιώνιο παιχνίδι της με το Κάστρο, ενώ λίγο πιο πάνω δεσπόζει η εκκλησία της Αγίας Σοφίας χτισμένη στην άκρη του απόκρημνου βράχου.Στο Κάστρο υπάρχουν 40 εκκλησίες, μεταξύ των οποίων της Παναγίας της Χρυσαφίτισσας, της Παναγίας Μυρτιδιώτισσας, της Παναγίας της Κρητικιάς, του Αγίου Νικολάου, του Αγίου Στεφάνου, του Αγίου Παύλου, της Αγίας Άννας, καθώς και το εργαστήριο και μουσείο αργυροχρυσοχοΐας.

Γραφει και Φωτογραφιζει η ΑνναΜαρια Συνιορακη




Αφιέρωμα στον El Greco

Πριν προλάβεις να δυσανασχετήσεις που η τρελή αρθρογράφος αποφάσισε να γράψει για μια ξένη προσωπικότητα που μπορεί να μην είχες ξανακούσει την ύπαρξη της, έχω να σου πω ένα πράγμα. Όχι μόνο είναι Έλληνας ζωγράφος ,αλλά διάσημος για τα έργα του σε ολόκληρη την Ευρώπη! Για αυτό και μόνο οφείλεις να ξέρεις λίγα πράγματα για την ζωή και το έργο του El Greco.

Το πραγματικό του όνομα ήταν Δομήνικος Θεοτοκόπουλος και  γεννήθηκε το 1541 στον Χάνδακα της Κρήτης, το σημερινό Ηράκλειο. Γόνος εύπορης οικογένειας,είχε τη δυνατότητα να σπουδάσει βυζαντινή ζωγραφική στη γενέτειρά του και να εξοικειωθεί με τη δυτική τέχνη.Ο Δομίνικος  έζησε στη Κρήτη μέχρι τα 26 του χρόνια. Το 1567 φεύγει για την Βενετία η οποία ήταν καλλιτεχνικό κέντρο της εποχής. Θα ζήσει στην πόλη για τρία χρόνια και το 1568 θα γίνει μαθητής του Τιτσιάνο, διάσημου Ιταλού ζωγράφου .Το 1570, ίσως μετά από προτροπή του Τιτσιάνο, ο Ελ Γκρέκο, όπως είναι το καινούριο προσωνύμιο που του έχει αποδοθεί και έμελλε να τον σημαδέψει για αρκετές γενιές αργότερα,αποφασίζει να πάει στη Ρώμη για να αναζητήσει νέες ευκαιρίες .Το 1577 αποφασίζει να εγκαταλείψει τη Ρώμη για τη Μαδρίτη –αν και ίσως στην απόφασή του αυτή να συνετέλεσε και η επιδημία πανώλης που είχε ξεσπάσει στην πόλη ήδη από το 1575.

Προσωπογραφία του Χόρχε Μανουέλ Θεοτοκόπουλου

Fun fact : Διεύρυνε τον κύκλο των γνωριμιών του και απέκτησε τέτοια αυτοπεποίθηση για την τέχνη του, ώστε να υποστηρίξει ότι αν καταστρέφονταν οι τοιχογραφίες της «Καπέλα Σιξτίνα» που είχε ζωγραφίσει ο Μιχαήλ Άγγελος, θα μπορούσε αυτός να κάμει καλύτερες. Η παρατήρησή του αυτή θεωρήθηκε τότε βλασφημία και επιτάχυνε την απόφασή του να εγκαταλείψει τη Ρώμη.

Έπειτα, φτάνει στην Ισπανία και αρχίζει να εργάζεται για χάρη του Φιλίππου Β’ , βασιλιά της Ισπανίας .Ο βασιλιάς δεν εκτιμά ιδιαίτερα τη ζωγραφική του και ένα χρόνο αργότερα ο Θεοτοκόπουλος απογοητευμένος αποφασίζει να φύγει για το Τολέδο. ο Τολέδο αποτελεί θρησκευτικό κέντρο της Ισπανίας και ο Ελ Γκρέκο δέχεται πολλές παραγγελίες για μεγαλόπνοα έργα από εκκλησίες και ιδρύματα της πόλης.Σπουδαίοι πίνακες του είναι η «Ανάληψη της Θεοτόκου», «Η Αγία Τριάδα», «Η Ανάσταση του Σωτήρος», «Το μαρτύριο του Χριστού», «Εσπόλιο» (σκηνή από τα πάθη του Χριστού), «Ο Λαοκόων» και «Η Πεντηκοστή».Το 1578 θα γεννηθεί ο γιος του Χόρχε Μανουέλ , από τη σχέση του με τη δόνα Χερόνιμα δε λας Κουέβας, με την οποία θα ζήσει το υπόλοιπο του βίου του, αλλά δεν θα την παντρευτεί.

El Espolio – Ο διαμερισμός των ιματίων του Χριστού, Τολέδο, Καθεδρικός Ναός.

Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος πέθανε στις 7 Απριλίου του 1614, σε ηλικία 73 ετών και τάφηκε στο ναό του Αγίου Δομήνικου στο Τολέδο.Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο ζωγράφος θα εργαστεί μαζί με τον γιο του, ο οποίος θα ακολουθήσει τα βήματά του και θα γίνει ζωγράφος.Στη χώρα μας υπάρχουν έξι έργα του Θεοτοκόπουλου: «Ο Άγιος Λουκάς ζωγραφίζει την Παναγία» και «Η Προσκύνηση των Μάγων» (Μουσείο Μπενάκη), «Στέψη της Θεοτόκου» και «Η Συναυλία των Αγγέλων» (Εθνική Πινακοθήκη), «Βάπτιση του Χριστού» και «Άποψη του Όρους και της Μονής Σινά» (Ιστορικό Μουσείο Κρήτης).

Ο Χριστός φέρων τον Σταυρόν, 1580, Νέα Υόρκη, Μητροπολιτικό Μουσείο

Σημείωση:Για πολλά χρόνια το όνομά του έμεινε στην αφάνεια και οι πίνακές του σε εκκλησίες και παλάτια της Ιταλίας και της Ισπανίας θεωρούνταν ως έργα κάποιου τρελού. Από τις αρχές του 20ου αιώνα το έργο του άρχισε να αναγνωρίζεται και σήμερα θεωρείται ένας από τους κορυφαίους εικαστικούς καλλιτέχνες όλων των εποχών, που επηρέασε ζωγράφους της μοντέρνας τέχνης, όπως ο Πάμπλο Πικάσο.

Αριάδνη Εμμανουηλίδου




Καλλιτέχνης γιατί ;

Τι κάνει  έναν καλλιτέχνη ; σε τι διαφέρει από όποιους αποτυγχάνουν να κερδίσουν απ’ το κοινό αυτό το αξίωμα ; γιατί δεν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε με ευκολία ως καλλιτέχνη έναν σημερινό τραγουδιστή για παράδειγμα, σε σχέση με έναν προγενέστερο ;
Γιατί ο Καζαντζίδης ήταν «καλλιτέχνης», ενώ ο ένας νέος τραγουδιστής του 2020 θεωρείται (συνήθως) απλά «τραγουδιστής».
Δύσκολη η διάκριση. Ίσως έχει να κάνει με τον σκοπό. Με το κίνητρο. Ίσως έχει να κάνει με το μήνυμα.
 

Ήταν 21η Ιουλίου του 1928, όταν ο Καρυωτάκης βρέθηκε νεκρός, με το πιστόλι στο στήθος, κάτω από έναν ευκάλυπτο.  Στην τσέπη του κουστουμιού του, μια επιστολή του στην οποία γράφει όσο τον ταλαιπώρησαν και τον οδήγησαν στην αυτοχειρία.
Ήταν 8η Απρίλη του 1994, όταν ο Kurt Cobain βρέθηκε, ήδη 3 μέρες νεκρός, στο σπίτι του στη λίμνη Ουάσιγκτον, με το όπλο στραμμένο στο κεφάλι του. Κι ένα σημείωμα πιο πέρα που έλεγε :
   

    “Δεν έχω νιώσει τη διέγερση που μου προκαλούσε το να ακούω και να δημιουργώ μουσική, μαζί με το πραγματικό γράψιμο εδώ και πάρα πολλά χρόνια”.

Στο σώμα του, ηρωίνη και ηρεμιστικά.

 

Όχι, καλλιτέχνης δεν είναι όποιος αυτοκτονεί. Προφανώς κι όχι.
Ένα απ’ τα διασημότερα τραγούδια των Nirvana, το “Smells Like Teen Spirit”, ίσως το πιο μισητό του Combain, του ανθρώπου που το έγραψε, το προσέφερε στον κόσμο και το μίσησε γιατί το θεώρησε υπερτιμημένο. Υπερτιμημένη, μια απ’ τις γνωστότερες και ωραιότερες μελωδίες στην ιστορία της (ροκ) μουσικής, υπερτιμημένη απ’ τον ίδιο τον δημιουργό της. Την ίδια χρονιά, γράφει σε ίδια μουσική, μισό τόνο κάτω απλώς, το «Rape me”, ένα τραγούδι που ενδεχομένως πολλοί να θεώρησαν ότι είναι «υπέρ» του βιασμού. Στην πραγματικότητα, ο πάντοτε αδιάφορος Cobain, εξηγεί πως ο κόσμος προσπαθεί να βγάλει νόημα απ’ όσα γράφει, χωρίς πάντα να υπάρχει, ενώ αναφέρει πως το κομμάτι είναι αντι-raping, δηλαδή τίθεται έναντι του φαινομένου του βιασμού.
Ένας άνθρωπος που στο απόγειο της δόξας του «βαρέθηκε» τη δημοσιότητα κι ετοιμαζόταν να τα παρατήσει όλα. Με έναν αβάσταχτο πόνο στην ψυχή που κουβαλούσε το εθισμένο στην ηρωίνη σώμα του.
 

Ίσως και να μην είναι τυχαία η κατάθλιψη στον καλλιτέχνη. Στο καλλιτέχνη που έμαθε να εισπράττει πόνο και να τον επεξεργάζεται πάνω σε χαρτί, πάνω σε κιθάρα και να τον παραδίδει στον κόσμο. Στον καλλιτέχνη που έμαθε να πονάει «επίτηδες» για να πονούν «ομαλότερα» οι υπόλοιποι. Αυτή είναι η πραγματική προσφορά του καλλιτέχνη.
 Πάντοτε θεωρούσα κατάρα το να είναι κάποιος καλλιτέχνης. Όσο ήμουν αθλητής, ένιωθα μια ανακούφιση που απέφευγα την αλήθεια της τέχνης με το να μην τη συναντώ και να μην τη γνωρίζω ποτέ. Είναι το πιο επίπονο επάγγελμα, γιατί σε αναγκάζει, πριν ετοιμάσεις το γλυπτό, να «σκαλίσεις» μέσα σου.  Και ίσως γι’ αυτό να εκτιμάμε περισσότερο τον «αληθινό» καλλιτέχνη απ’ τον «παρουσιαστή» του έργου.
Γιατί στο έργο του αντανακλά ο πόνος του και στο πρόσωπό του ο δικός μας.