Αλήθεια

Written by on 07/10/2023

image_print

“Η αρετή συνδέεται με την τέχνη των λόγων, ότι είναι ένα όπλο η ρητορική για την άσκηση μιας μορφής δύναμης”, σε πρώτο επίπεδο— αυτό, ίσως είναι το πιο δεδομένο ότι είναι οι άνθρωποι που ανέδειξαν στην εποχή τους, την τεράστια σημασία της τέχνης των λόγων και με αυτή την έννοια, όπως το είχα υπαινιχτεί, στην αθηναϊκή δημοκρατία που είναι μια εξουσία των λόγων, ο σοφιστής είναι αυτός που πραγματικά θεωρείται χρήσιμος, είναι ο δάσκαλος ο οποίος θα ασκήσει τους φιλόδοξους Αθηναίους σ’ αυτό το νέο είδος επικράτησης.

Φαίνεται ότι οι σοφιστές πέρα από τα επιχειρήματα ανέπτυξαν και αυτό που θα λέγαμε σήμερα, γραμματική και σύνταξη της γλώσσας. Ως τότε η γλώσσα θεωρούνταν κάτι δεδομένο. Από σοφιστικούς κύκλους ήρθε η ανάλυση της γλώσσας, που θα μπορούσε να είναι μια δουλειά. Ανέπτυξαν τα μέρη του λόγου, ανέπτυξαν την ετυμολογία —απόηχο αυτής της κουβέντας βρίσκουμε στον Κρατύλο του Πλάτωνα αργότερα— ανέπτυξαν και τη σωστή σύνταξη της γλώσσας και με μια προσπάθεια βέβαια προς την καλλιέπεια —λέξη δική τους είναι κι αυτή— αναφέρεται και για τον Πρωταγόρα και για τον Γοργία. Ο σοφιστικός λόγος έχει ένα τέτοιο κομμάτι, ο Σωκράτης ο πλατωνικός θα το αναδείξει ως κακό. Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και αν το σοφιστικό ύφος έχει τέτοια στοιχεία, το γεγονός ότι αναδεικνύουν τη γλώσσα ως πεδίο μελέτης, θα έλεγε κανείς ότι κι αυτό πρέπει να τους αποδοθεί ως θετικό στοιχείο. Δεν χρειάζεται να φτάσουμε στον 20ό αιώνα πόσο σημαντικό είναι  η γλώσσα για τη φιλοσοφία ως πεδίο άσκησης της φιλοσοφίας. Ακόμα και στην αρχαιότητα  η σύνδεση γλώσσας και φιλοσοφίας είναι μια σημαντική τομή θα κόψει δρόμο προς το πρόβλημα της αλήθειας.

Ποια είναι η σχέση δηλαδή γλώσσας και πραγματικότητας; Μπορούν να διακριθούν μέρη του λόγου αλλά τα μέρη αυτά του λόγου έχουν καμιά άμεση σχέση με τα όντα τα οποία περιγράφουν;

Είναι εντυπωσιακά εύστοχο κείμενο και καίριο, που δείχνει να έχει συνειδητοποιηθεί αυτή  η απόσταση που υπάρχει, που είναι στη φύση των πραγμάτων, ανάμεσα σε τρία πράγματα, θα λέγαμε: στα όντα από τη μια μεριά —τα πράγματα που υπάρχουν πραγματικά—, τις σκέψεις γι αυτά τα πράγματα και τον λόγο που εκφράζεται η σκέψη. Αν συνειδητοποιηθεί αυτό το θέμα και φαίνεται ότι τα πρώτα δείγματα μιας τέτοιας  συνειδητοποίησης σαφούς είναι εδώ, μπορεί να δει και στοιχεία της τραγωδίας για το ίδιο θέμα, τότε αυτομάτως τίθεται το θέμα: τι είναι αλήθεια;

Ένα θέμα που απασχόλησε τους σοφιστές και πάλι θεωρείται ότι το ανέδειξαν αυτοί ή αν θέλετε το ανέδειξαν μαζί με μια πλειάδα συγκαιρινών τους είναι η περίφημη διάκριση φύσις και νόμου. Νόμος, στα αρχαία Ελληνικά, σημαίνει βέβαια τα κείμενα της νομοθεσίας αλλά σημαίνει και οτιδήποτε είναι συμβατικό, οτιδήποτε δηλαδή το μοιράζονται οι άνθρωποι ως κοινή πεποίθηση, αλλά το οποίο δεν έχει να κάνει, κατ’ ανάγκην, με τη φύση των πραγμάτων.

Το πρόβλημα αυτό, ανακύπτει από πολλές πλευρές της διανοητικής ατμόσφαιρας της Αθήνας. Αντίκτυπό του, για να πω ένα διάσημο παράδειγμα, έχουμε στην Αντιγόνη του Σοφοκλή. H αντίθεση ανάμεσα στην Αντιγόνη και στον Κρέοντα είναι, κατά κάποιο τρόπο, η αντίθεση ανάμεσα στον Νόμο, που είναι το κράτος, η εξουσία, κείμενη νομοθεσία —ο Κρέοντας— και η Αντιγόνη, η οποία επικαλείται ισχυρότερους νόμους από τους νόμους των ανθρώπων, τους νόμους της φύσης, που λέει ότι το αίμα επιβάλλει να ταφεί ο αδερφός της.

Εφόσον η Αθήνα είχε ζήσει τόσο σημαντικές πολιτειακές μεταβολές μέσα σε έναν αιώνα —από την ολιγαρχία, την αριστοκρατία στην τυραννία του Πεισίστρατου και μετά στη δημοκρατία, που συνέχεια βάθαινε, του Κλεισθένη και του Περικλή— λογικό ήταν να τεθεί το θέμα: “το πολίτευμα που έχουμε σήμερα αντιπροσωπεύει κάτι που έχει σχέση με τη φύση των ανθρώπων; Είναι πιο αρμόζουσα η δημοκρατία προς την ανθρώπινη κατάσταση και φύση, απ’ ό,τι ας πούμε η βασιλεία; Ή απ’ ό,τι η τυραννία;” Όταν αντιδικείς για πολιτεύματα, ρητώς ή αρρήτως θα θίξεις τέτοια θέματα.

Επομένως, κοινός προβληματισμός στην ατμόσφαιρα της εποχής και στα σοφιστικά κείμενα —στα κείμενα που μας σώθηκαν από τους σοφιστές— είναι αυτή η αντίθεση, που στην ουσία έχει να κάνει με τη σχέση πάλι, κείμενης πραγματικότητας —αυτό που περνάει στο κείμενο ή στον λόγο ή στη νομοθεσία · και ο νόμος είναι μία μορφή λόγου— και στη φυσική πραγματικότητα. Δεν υπάρχει σταθερή στάση των σοφιστών ως απάντηση σ’ αυτό το πρόβλημα. Ο μύθος του Πρωταγόρα για παράδειγμα, θα έτεινε στην ερμηνεία  ότι αν ρωτούσαν τον Πρωταγόρα: “είσαι υπέρ της φύσεως ή υπέρ του νόμου;” θα έλεγε: “υπάρχει φύσις ανθρώπινη, που έχει να κάνει με την αιδώ και τη δίκη, αλλά υπάρχει και νόμος, ο οποίος παίζει πάρα πολύ μεγάλη σημασία, που σημαίνει παιδεία”. Δηλαδή αν αυτά τα δύο δεν συνδυαστούν, δεν υπάρχει πρόοδος. Άρα, προφανώς ο Πρωταγόρας θα παρατήρησε αυτό που  κάθε παρατηρητικός άνθρωπος παρατηρούσε τον 5ο αιώνα π.Χ.: ότι δεν έχουν όλες οι πόλεις ας πούμε το ίδιο πολίτευμα· ότι είναι εντελώς διαφορετικός ο πολιτισμός των Αιγυπτίων, των Περσών και των Αθηναίων, των Σπαρτιατών. Άρα, δεν υπάρχουν απόλυτες αρχές που τηρούνται σ’ όλα τα κράτη, σ’ όλους τους πολιτισμούς, σ’ όλες τις ιστορικές περιόδους. Αυτό σημαίνει απόλυτη σχετικότητα; Ότι αυτό που έχει σημασία κάθε φορά είναι τι θέλουν οι άνθρωποι της εποχής;

Ο Πλάτων θα πάρει τη θέση της φύσεως· υπάρχει μια ανθρώπινη φύση που έχει να κάνει με τις βασικές αξίες, τις βασικές αρετές, οι οποίες δεν έχουνε καμία σχέση με την ιστορία, τον χρόνο και τον τόπο. Για τον Πλάτωνα για το αθηναϊκό πολίτευμα, είναι ότι είναι ένα “ημαρτημένο” πολίτευμα, ένα λανθασμένο πολίτευμα γιατί είναι πολύ μακριά από αυτό που ο Πλάτων πίστευε ως “ανθρώπινη φύση”. Κάποιοι άλλοι σοφιστές θα πήγαιναν ρητώς προς τον νόμο. Αν ο Κριτίας θεωρηθεί ότι έχει σχέση με το σοφιστικό κίνημα: ο Κριτίας φτάνει στην ακραία θέση ότι οι θεοί είναι κι αυτοί “νόμος”, το οποίο πρώτη φορά προβάλλεται στην ανθρώπινη ιστορία: ότι οι άνθρωποι, η εξουσία μάλιστα σήμερα, κατασκευάζει τους θεούς, για να περνάει πιο εύκολα αυτό που θέλει να κάνει. Δηλαδή είναι κατασκευές των ισχυρών ανθρώπων οι θεοί, για να πείθονται με άμεσο τρόπο οι υπόδουλοι, οι πολίτες. Αυτό σημαίνει μια απόλυτη σχετικότητα, έτσι;

Στον αντίποδα ο Θρασύμαχος εμφανίζεται στην Πολιτεία του Πλάτωνα να λέει ότι: «το μόνο δίκιο που υπάρχει είναι ο νόμος του ισχυρού και αυτή είναι η ανθρώπινη φύση, δηλαδή ο ισχυρός επικρατεί· τα υπόλοιπα είναι λεπτομέρειες». Ο Σωκράτης έπρεπε να πιει το κώνειο ή έπρεπε να δραπετεύσει; Ένα δίλημμα, που φαίνεται από τον Πλάτωνα, το αντιμετώπισε· οι φίλοι του του λέγανε να δραπετεύσει —θα το θέλανε και οι Αθηναίοι στην ουσία να δραπέτευε, διότι δεν θα   είχαν το στίγμα της εκτέλεσης του Σωκράτη— ο Σωκράτης όμως υποστηρίζει ότι πρέπει να μείνει, πειθόμενος σε νόμους τους οποίους δεν πιστεύει· θεωρεί ότι είναι άδικη η καταδίκη του, ότι η νομοθεσία της πόλης που τον καταδίκασε είναι άδικη, “εκτός φύσεως ανθρώπου” κι ωστόσο κάθεται και πείθεται στον νόμο. Τι θα τον συμβούλευαν οι σοφιστές; Ο Κριτίας ή ο Θρασύμαχος θα του ‘λεγαν: «φύγε, κι αυτό είναι πολύ σωστό που κάνεις, δεν είναι δίκαιο αυτό που κάνεις· από τη στιγμή που δεν πείθεσαι, δεν είσαι υπέρ του νόμου που σε καταδίκασε… Είναι ελευθερία το να μπορείς να φύγεις». Άλλοι όπως ο Πρωταγόρας, πιθανόν θα του ‘λεγε: «να κάνεις αυτό που λες να κάνεις· γιατί η πειθώ, η πίστη στους νόμους, το να ακολουθώ τους νόμους είναι βασική ανθρώπινη συνθήκη, είτε συμφωνείς, είτε δεν συμφωνείς». Άρα λοιπόν δεν υπάρχει τέτοια κοινή στάση.

Το πιο γνωστό απόσπασμα σ’ αυτή την κατεύθυνση, το οποίο όμως ερμηνεύεται με πολλούς  τρόπους, είναι η περίφημη φράση του Πρωταγόρα —πιθανόν στην αρχή κάποιου συγγράμματος το οποίο χάθηκε— το ότι: «το μέτρο όλων των πραγμάτων είναι ο άνθρωπος: για όσα υπάρχουν, ότι υπάρχουν και για όσα δεν υπάρχουν, ότι δεν υπάρχουν». Λέω ότι σηκώνει πολλές ερμηνείες, διότι έχει σημασία: ποιος είναι ο “άνθρωπος”; Είμαι εγώ; Αν μέτρο όλων των πραγμάτων είμαι εγώ, αυτό  δίνει μια απόλυτη σχετικότητα, έτσι; Εγώ δρω με βάση τα πιστεύω μου, το συμφέρον μου, τις απόψεις μου και δεν με νοιάζει τίποτα άλλο· αυτό είναι το κριτήριο της συμπεριφοράς μου. Αν ο “άνθρωπος” είναι όμως η ανθρωπότητα, τότε αλλάζουν τα πράγματα· δεν υπάρχει τόσο μεγάλη σχετικότητα. Αυτό που λέει σ’ αυτή την περίπτωση ο Πρωταγόρας είναι ότι, αφού δεν έχουμε καμιά ισχυρότερη ένδειξη αλήθειας (διότι η γλώσσα απέχει, ο λόγος απέχει από την πραγματικότητα), ένα καλό μέτρο είναι το τι πιστεύουν οι άνθρωποι ως ολότητα. Αν οι άνθρωποι λοιπόν ως ολότητα θεωρούν ανθρώπινο δικαίωμα, ύψιστο, τη ζωή, ότι κάθε φόνος, κάθε αφαίρεση ζωής, είναι ένα έγκλημα. Αν δεν το θεωρούν —στην Αθήνα μάλλον δεν το θεωρούσαν και στην αρχαία Ελλάδα εκείνη την εποχή— θα το θεωρήσουμε δευτερεύον.

Άρα, η κλίμακα της σχετικότητας προφανώς ήταν διαφορετική στους διάφορους σοφιστές. Αλλά το ότι θέσανε το πρόβλημα των σχέσεων σκέψης και λόγου με πραγματικότητα, δηλαδή αλήθειας, και αυτό ίσως πρέπει να τους χρεωθεί. Μόνο και μόνο γι’ αυτό δηλαδή, και με τις δυνατές απαντήσεις αφενός τα νέα προβλήματα που αναφύονται την εποχή αυτή, και τη νέα κατεύθυνση, που μέσω της σοφιστικής παίρνει η φιλοσοφία στο τέλος του 5ου αιώνα π.Χ

Κατερίνα Συμφέρη
Εκπαιδευτικός

image_print

CityVibes.gr

Read, Listen, Feel

Current track

Title

Artist


 



Current show

M for Mike

21:00 22:59











Current show

M for Mike

21:00 22:59